
H Γιουγκοσλαβική σχολή του μπάσκετ είναι ίσως η μεγαλύτερη στην Ευρώπη, αν και δε χρειάζεται να επεκταθώ, αυτά είναι αρκετά και θέμα γούστου. ‘Αλλος θα πει ότι είναι η Σοβιετική, με τους Λιθουανούς σε πρώτο πλάνο, κάποιος θα βάλει τους Ισπανούς και τις φοβερές επιτυχίες τους στο τραπέζι. Συν το γεγονός ότι οι Ισπανοί συνεχίζουν να βγάζουν φουρνιές παιχτών, που κυριαρχούν, εκμεταλλευόμενοι και αρκετούς νατουραλιζέ, με απτά παραδείγματα τους Ιμπάκα, Μίροτιτς, Γκαρούμπα κ.α.
Σε κάθε περίπτωση, ο πόλεμος στις αρχές της δεκαετίας του ’90 κατάπιε τη Γιουγκοσλαβία και γέννησε μικρότερες χώρες, που η καθεμιά τους πήρε το δρόμο της, πολιτικά και, φυσικά, αθλητικά.
Οι Σέρβοι γέννησαν Μποντίρογκα, Ρέμπρατσα, Πέτζα ως τους νεότερους Γιόκιτς, Μπογκντάνοβιτς, Μπιέλιτσα.
Οι Κροάτες με τη σειρά τους, μετά τη φουρνιά του ’92 και το συγκλονιστικό συμβάν του χαμού του Ντράζεν, είχαν το δικό τους Μπγκντάνοβιτς, Σάριτς και άλλους.
Για να μην κουράζω, τα ίδια και οι Σλοβένοι, με Ντόνσιτς, οι Μαυροβούνιοι με Βούτσεβιτς και πάει λέγοντας.’Ολα αυτά είναι, λίγο πολύ γνωστά, αλλά υπάρχει και μια ιστορία που σε κάποιους μπορεί να έχει ξεφύγει και αξίζει να αναφερθεί.
Η ενωμένη Γιουγκοσλαβία στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 είναι κυρίαρχη στο μπάσκετ της Γηραιάς ηπείρου, μαζί με το έτερο φόβητρο, τη Σοβιετική ‘Ενωση. Κάτι, όμως, το 1987 έδειχνε να αλλάζει, μια πυρηνική βόμβα με απίστευτη ισχύ δημιουργούσαν οι Γιουγκοσλάβοι, έτοιμοι να τρομοκρατήσουν τον μπασκετικό κόσμο για την επόμενη (τουλάχιστον) δεκαετία.
Ενάμιση μήνα νωρίτερα η Ελλάδα είχε κατακτήσει το Ευρωμπάσκετ, αλλά αυτό θεωρήθηκε από τους ειδήμονες σα μια φωτοβολίδα, που η λάμψη της θα έσβηνε σχετικά γρήγορα. Ευτυχώς, για μας, αυτό δεν έγινε. Αλλά ας πάμε λίγες μέρες μετά το θρίαμβο των δικών μας παιδιών.
Τέλη Ιουλίου με αρχές Αυγούστου έγινε στο Μπόρμιο το Μουντομπάσκετ Νέων, ή αλλιώς under 19. Το Μπόρμιο είναι μια κουκλίστικη κωμόπολη στα σύνορα Ιταλίας – Ελβετίας, κοντά στο τριεθνές με την Αυστρία. Οι κάτοικοι μιλάνε λίγο απ’όλα, νιώθουν, ίσως περισσότεροι Γερμανοί παρά Ιταλοί. Η πόλη αυτή ήταν τόπος μιας έκρηξης τόσο μεγάλης, που ακούστηκε πεντακάθαρα μέχρι την Αμερική, που μέχρι τότε μάλλον κοιμόταν τον ύπνο του δικαίου.
‘Oλα άρχισαν στο βουνό ‘Ιγκμαν, στην κεντρική Βοσνία, μέλος φυσικά τότε της Γιουγκοσλαβίας. Τα πιτσιρίκια της εθνικής μαζεύτηκαν, χωρίς να έχουν στο μυαλό τους ότι πρόκειται για αδιανόητα ταλέντα παγκοσμίου επιπέδου.
Δεν υπήρχε, φυσικά, ‘Ιντερνετ, ούτε μεγάλο δίκτυο σκάουτινγκ, οπότε οι διοργανώσεις πήγαιναν σχετικά “στα τυφλά”. Με ένα δεδομένο… Οι Αμερικάνοι είναι τα φαβορί. Προσοχή, δε μιλάμε για διοργανώσεις, που οι παίχτες του ΝΒΑ δεν είχαν δικαίωμα συμμετοχής. Στις διοργανώσεις Νέων, οι ΗΠΑ κατέβαζαν όλο το διαθέσιμο ταλέντο.
Πίσω στο βουνό, λοιπόν, όπου ο 38 ετών Σβέτισλαβ Πέσιτς, προπονητής της ομάδας τότε, μάζεψε τους καλύτερους παίχτες της χώρας του. Από Κούκοτς, Ράτζα, Αλιμπέγκοβιτς μέχρι Τζόρτζεβιτς, Ντίβατς και Κοπρίβιτσα. Μέχρι και ο Μίροσλαβ Πετσάρσκι ήταν στο ρόστερ, με μικρότερη πάντως συμμετοχή.
Τα ονόματα μας προκαλούν δέος τώρα, αλλά τότε δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ταλαντούχα παιδιά, με πολύ περιορισμένες παραστάσεις στο διεθνές επίπεδο.
Το όρος ‘Ιγκμαν έχει ένα χαρακτηριστικό. Εκτός από την ομορφιά του, έχει πολύ απότομες πλαγιές. Δεν ενδείκνυται για αρχάριους σκιέρ, ούτε για απλούς περιπατητές. Αυτός είναι κι ο λόγος που η ομοσπονδία, με σύμφωνη γνώμη του Πέσιτς, διάλεξε αυτό το βουνό για προετοιμασία, αντί των πιο φιλόξενων Ζλάτιμπορ και Κοπαόνικ. Το Ζλάτιμπορ, λογικά, το ξέρετε γιατί πολλές ομάδες μας πηγαίνουν εκεί για προετοιμασία.
Γιατί λοιπόν το ‘Ιγκμαν και όχι κάποιο άλλο μέρος. Εκεί θα τελειοποιούσαν οι πιτσιρικάδες τη φυσική τους κατάσταση. Μέσα από σκληρή προπόνηση, που όπως παραδέχτηκαν χρόνια αργότερα, δεν είχαν ξαναδεί ποτέ.
Ισως το προπονητικό τιμ ήξερε ή ένιωθε τη δύναμη που είχε στη διάθεσή του και το μόνο που έλειπε ήταν η τέλεια σωματική ετοιμότητα.
Ασκήσεις επί ασκήσεων , σπάνια επαφή με μπάλα μπάσκετ τις πρώτες μέρες και αγώνας καθημερινός για να φτάσουν στην “Κορυφή”. Η Κορυφή ήταν όντως η κορυφή ενός πολύ απότομου υψώματος, στην οποία έφτανε κανείς μετά από διαδρομή 250 σκαλοπατιών.
‘Ομως τα σκαλοπάτια είχαν κλίση 35 μοιρών, ειδικά διαμορφωμένα για να εκτελούν ασκήσεις οι ειδικές δυνάμεις της χώρας. Και προφανώς δεν ήταν στρωμένα με μπετόν.
Τις πρώτες μέρες δε μπορούσε κανείς να φτάσει μέχρι τέλους, πολλοί έφταναν καθημερινά στα όρια της εξάντλησης, με εμετούς και μικρά λιποθυμικά επεισόδια να είναι στο πρόγραμμα.
Σιγά σιγά, όμως, η κατάσταση άλλαζε. Μέσα από αυτή την ανελέητη προπόνηση (ας τολμούσαν να παρακούσουν, πιτσιρίκια ήταν) ο Πέσιτς έβλεπε την αλλαγή. Είχε στα χέρια του άντρες, όχι παιδιά, που με δεδομένο το ταλέντο, θα μπορούσαν να κατακτήσουν την κορυφή του παγκόσμιου μπάσκετ.
Στο τέλος της προετοιμασίας, οι ίδιοι που λιποθυμούσαν ένα μήνα πριν, έτρεχαν με φτερά στα πόδια και για στοίχημα έβαζαν και “κόντρες”, ποιος θα ανέβει πρώτος.
Μέχρι που έφτασε η στιγμή των αγώνων. Ποιος τους είδε και δεν τους φοβήθηκε… Σαν τα νηστικά θηρία στο κλουβί, μόλις είδαν σάρκα και μύρισαν αίμα, όρμησαν και … ο σώζων εαυτόν σωθήτω!
Στον όμιλο οι Γιουγκοσλάβοι είχαν μέσο όρο πόντων λίγο κάτω από 120. Η νίκη επί των ΗΠΑ με 110-95 ταρακούνησε συθέμελα την ομάδα του τεράστιου Λάρι Μπράουν. Ο Κούκοτς βομβάρδιζε χωρίς οίκτο από το τρίποντο και έβαλε το όνομά του για τα καλά στα κιτάπια των Αμερικανών κατασκόπων. Σταμάτησε στους 37.Η συνέχεια του τουρνουά δεν έκρυβε καμία έκπληξη. Η Δυτική Γερμανία με Χάρνις και Ροντλ αποδείχθηκε μεζές στον ημιτελικό. Δε μπορώ να φανταστώ τη ψυχολογία των Αμερικάνων λίγο πριν τον τελικό. Να ήταν σίγουροι για την εκδίκηση από την ήττα στον όμιλο, δε νομίζω. ‘Ισως ήταν η ψυχολογία αυτού που δε μπορεί να αποφύγει το αναπόφευκτο.
Στις 5 Αυγούστου 1987 οι Ντίβατς, Ράτζα έβαλαν τους Αμερικάνους στα καλάθια. Μαζί πέτυχαν 41 πόντους από τους 86 των Γιούγκων. Δέχτηκαν 76, επικράτηση άνετη.
Ο Γκάρι Πέιτον, ο Λάρι Τζόνσον, ο Στέισι ‘Ογκμον, ο Ντουέιν Σίντζιους (μύρισε καλτίλα) θα έκαναν καριέρα στο ΝΒΑ αλλά εκείνο το καλοκαίρι θα έπρεπε να υποκλιθούν στους άγνωστους από μια μακρινή χώρα, που τους ταπείνωσε διπλά. Το γεγονός ότι μια πενταετία μετά άρχισε ο φονικός πόλεμος και αυτή η ομάδα διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη, θα είναι πάντα ένα αγκάθι στο μυαλό κάθε μπασκετικού. Τι θα έκαναν αυτά τα παιδιά, αν έμεναν όλα μαζί… Θα ήταν μαζί τους και ο Ντράζεν, ο Ζάρκο, ο Ντανίλοβιτς, ο Ζντοβτς, ποιος ξέρει τι θα έγραφαν τα βιβλία της ιστορίας σε τέτοια περίπτωση…
ΥΓ : Στη μέχρι στιγμής πορεία του πόντκαστ μας είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε με αρκετούς Γιουγκοσλάβους εκείνης της εποχής. Ο Ντίνο Ράτζα, ο Ζάρκο Πάσπαλι και ο γιος του Σβέτισλαβ Πέσιτς, Μάρκο (ο οποίος, πιτσιρικάκι τότε, βοηθούσε με τις πετσέτες και τα νερά) έχουν περάσει κατά καιρούς από την παρέα μας. Στα ελληνικά είναι το επεισόδιο με το Ζάρκο, αυτό σας προτείνουμε να δείτε. Μας μιλά και για τα χρόνια του με το Ντούσαν ‘Ιβκοβιτς, που όπως ο Πέσιτς, υπήρξε μέγας δάσκαλος της μεγάλης των Πλάβι σχολής.
Φιλική συμμετοχή Γιώργος Καράγκουτης