
Καθένας από μας που ασχολείται με τον αθλητισμό, ως φίλαθλος ή οπαδός κάποιας ομάδας, δέχτηκε κάποιο ερέθισμα για να διαλέξει πλευρά.
Είτε είναι αυτό ο πατέρας του παιδιού, που το καθοδηγεί προς την κόκκινη, πράσινη, κίτρινη, ασπρόμαυρη κ.λπ. αγάπη, είτε ένας παίχτης, είτε μια επιτυχία την κρίσιμη περίοδο της επιλογής ομάδας από το πιτσιρίκι, ή στην τελική ένα μυστήριο κούρεμα, ένα “εξωτικό” όνομα.
Πόσοι από μας δεν έγιναν Ολυμπιακοί λόγω του Αναστόπουλου ή των βολών του Καμπούρη, Παναθηναϊκοί, επειδή τους άρεσε ο Σαραβάκος ή το στυλ του Αλβέρτη στα τρίποντα, ΑΕΚτζήδες γιατί “ποιος, ποιος, ο Μαύρος ο Θεός” ή ο Μηνάς Γκέκος τα έδινε όλα στο παρκέ.
Να μη σας κουράζω παραθέτοντας ονόματα, καταλάβατε που το πάω. ‘Οταν η υπόθεση είναι εγχώρια, υπάρχει η λογική της οικογένειας, του νονού ίσως, ή μιας επιτυχίας της στιγμής, που διαμορφώνει την επιλογή του μικρού παιδιού.
Στο ΝΒΑ, παρόλα αυτά, στη δεκαετία του ’90 υπήρχε περιορισμένη κάλυψη. Ματς κονσέρβα, με καθυστέρηση 1-2 ημερών, περιμέναμε τα περιοδικά της εποχής, να δούμε κάποια βασικά στατιστικά και να θαυμάσουμε τα επιτεύγματα κάποιων παιχτών.
Για κάποιο λόγο, στα 10 μου το 1993, διάλεξα στρατόπεδο όσον αφορά το ΝΒΑ. Δεν έγινα φίλος των Σικάγο Μπουλς, παραήταν τετριμμένο στα μάτια μου, όπου πήγαινες, σχολείο, Αγγλικά, κολυμβητήριο, κάποιος θα υπήρχε με μπουφάν, καπέλο ή κονκάρδα με τον αγριεμένο Ταύρο.
Λέικερς και Πίστονς ήταν πλέον “περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις”, άρα ούτε αυτούς ήθελα. Ο Μπάρκλεϊ ήταν χοντρός, στα μάτια μου, μη ξεχνάτε ότι πρόκειται για ένα παιδάκι 10 ετών. ‘Αρα βαρετός, δεν έκανε τίποτα το εντυπωσιακό, άρα όχι. (Με το “δεν έκανε τίποτα εντυπωσιακό” γελάει ο κόσμος, αλλά είπαμε…10χρονο παιδάκι.)
Τη χρονιά που ο Μπάρκλεϊ πήρε από το χεράκι τους Σανς και τους πήγε τελικό, με τα γνωστά αποτελέσματα, αντιμετώπισε στον τελικό της Δύσης μια ομάδα αρκετά ενδιαφέρουσα. Το όνομα αυτής, Σιάτλ Σούπερσονικς.
‘Ωπα, τι έχουμε εδώ, ωραία φανέλα, πιασάρικο όνομα, υπάρχει και παιδικό (όχι καρτούν και λοιπές φλωριές, ΠΑΙΔΙΚΟ) με το όνομα Σόνικ.
“Για να ρίξουμε μια πιο προσεκτική ματιά. Ταχύτητα, γρήγορο μπάσκετ, εντυπωσιακή άμυνα, κλέψιμο – αιφνιδιασμός – κάρφωμα. ‘Ενας Γκάρι Πέιτον, σκέτος διάολος, να μπλέκει στα πόδια των αντιπάλων με την ασφυκτική του άμυνα. ‘Εχει και παρατσούκλι, το “Γάντι“, αρχίζει και μου αρέσει επικίνδυνα η ομάδα. Να δούμε τι άλλο έχει… Σον Κεμπ λένε αυτόν που πηδάει στα ύψη, κάνει εντυπωσιακές τάπες και μετά ρίχνει και μια καρφωματάρα, για να τους τρομάξει διπλά. Υπέροχα! Είναι κι ένας Γερμανός (από πότε παίζουν οι Γερμανοί μπάσκετ, εγώ το Φέλερ θυμάμαι και τις ροχάλες με τον Ράικαρντ). Ντέτλεφ Σρεμπφ, με μαλλί λοχία και αυστηρό βλέμμα. Πλάκα έχει. Λοιπόν, το αποφάσισα. “
– Μπαμπά, θέλω να σου πω κάτι, στο ΝΒΑ θα γίνω Σηάτλ. Είναι μια ομάδα με πράσινα και κίτρινα.
– Καλά ,Ολυμπιακός δε λες ότι είσαι;
– Ε, άλλο αυτό. Θέλω να μου πάρεις ένα καπέλο από αυτή την ομάδα.
– Καλά, έλα να με βοηθήσεις να σπάσουμε καμιά εικοσαριά κιλά καρύδια, που έφερε ο θείος από το χωριό και θα σου πάρω.
Και κάπως έτσι, και με το καπέλο στα χέρια μου πλέον, έγινα και με τη βούλα φίλος των Σόνικς. Ας είναι καλά ο θείος από το χωριό, που έστειλε τα καρύδια και ο πατέρας αντάλλαξε τη βοήθεια με το πολύτιμο ενθύμιο.
Η επιλογή έδειξε σωστή τα πρώτα χρόνια, όταν το παιδί ψάχνει την επιτυχία, για να δικαιολογήσει την απόφασή του. Καλό μπάσκετ, εντυπωσιακές εμφανίσεις στην κανονική περίοδο. Βέβαια, ένα στραπάτσο πονάει ακόμα και τώρα. Είναι μια από τις ελάχιστες φορές που νούμερο 1 χάνει από το νούμερο 8 στον πρώτο γύρο των πλέιοφς. Θύμα οι Σόνικς και θύτες οι Νάγκετς, με τη φωτογραφία του Μουτόμπο να κρατάει τη μπάλα και να κλαίει από χαρά, να μένει ανεξίτηλη στη μνήμη όλων των φίλων του ΝΒΑ.
Αυτό που μου έδωσε τυφλή πίστη στην ομάδα ήταν η πορεία του 1996. Φτάσαμε τελικό, επιτέλους, με αντίπαλο τους Μπουλς. “Τώρα βρήκε να γυρίσει ο άλλος, καλά δεν έπαιζε γκολφ και μπέιζμπολ…”
Ο “άλλος” μας έκανε “μία χόρτα” και πήρε το 4ο του πρωτάθλημα, το πρώτο στην πορεία για το δεύτερο three peat.
Αλλά δεν κωλώνουμε, που θα πάει, θα’ ρθει άσπρη μέρα και για μας. Το αποτέλεσμα ήταν θετικό, ενθουσιασμένος περίμενα το μέλλον της ομάδας, βλέποντας δε την ομορφιά του Seattle Needle, όπου βρίσκονταν το γήπεδό μας, το Key Arena, περηφανευόμουν στους φίλους μου ότι “έχουμε το ωραιότερο γήπεδο στο ΝΒΑ“.
Ποτέ δε θα ξεχάσω και κάτι άλλο από εκείνη τη χρονιά. Βγήκε το παπούτσι του Κεμπ, το Καμικάζε. Ενώ δεν ήμουν ποτέ μεγάλος φαν παπουτσιών με υπογραφές παιχτών, αυτό με ενθουσίασε. Μετά από συζήτηση, όμως, με τη μάνα μου, αποφάσισα να μην το ζητήσω από τον οικοδόμο πατέρα μου. ‘Ηταν αρκετά ακριβό, δεν ήταν ανάγκη να κάνω υπερβολές.
Δυστυχώς η συνέχεια δεν ήταν αντάξια των προσδοκιών. Οι καλές εμφανίσεις στην κανονική διάρκεια έδιναν τη θέση τους σε πρόωρους αποκλεισμούς στα πλέιοφς. Κύριοι υπαίτιοι για όλο αυτό θεωρήθηκαν ο ασταθής χαρακτήρας του Σον Κεμπ, που του άρεσε να κάνει ορισμένες κουτσουκέλες, ας μην επεκταθώ, και ο προπονητής Τζορτζ Καρλ. Ο άνθρωπος που αναμόρφωσε την ομάδα, της έδωσε ταυτότητα για πρώτη φορά μετά τον τίτλο του 1979 (Σίκμα, παιχτάρα). Πλήρωσε κάποιους αποκλεισμούς από ομάδες, όχι ανώτερες των Σόνικς. Παρεμπιπτόντως, ο κόουτς Καρλ είναι πολύ καλός φίλος του λατρεμένου μας, του Καθηγητή (έτσι θέλω να τον αποκαλώ) Θεόδωρου Ροδόπουλου.
Η εσωστρέφεια κράτησε για πολύ. Σχεδόν μια δεκαετία το Σιάτλ δεν ανέπνεε για το μπάσκετ, ο κόσμος είχε απογοητευτεί. Η μεγάλη τους αγάπη ήταν οι Seahawks, του NFL. Και κάπου εκεί, ανάμεσα σε φήμες και ψιθύρους υπογράφηκε το πιστοποιητικό θανάτου. Οι Σιάτλ Σούπερσονικς έπαψαν να υπάρχουν τη χρονιά 2007-08. Το απαράδεκτο ρεκόρ (20-62) ήταν ο καθρέφτης ενός παρατημένου οργανισμού, που απλά θυμόταν την ιστορία και μελαγχολούσε.
Παίχτες όπως Ρέι ‘Αλλεν, Βιν Μπέικερ, Ρασάρντ Λιούις έκαναν ό,τι μπορούσαν αλλά συνέχισαν την καριέρα τους χωρίς να κοιτάξουν πίσω με θλίψη. Το μέλλον παρουσιαζόταν αβέβαιο πλέον, μακριά από το Σιάτλ.
Κάπου στην ενδοχώρα, στην Οκλαχόμα. Το δίλημμα ήταν μεγάλο. Αυτή η ομάδα που δημιουργήθηκε, ήταν συνέχεια των Σόνικς ή απλά έκλεψε τη θέση τους … Πολλοί διαφωνούν μέχρι και σήμερα, περιμένοντας πώς και πώς τον ‘Ανταμ Σίλβερ, κομισάριο του ΝΒΑ, να ανακοινώσει την επιστροφή του Σηάτλ στο ΝΒΑ.
Η ομάδα αυτή, οι Θάντερ, πρόσφερε χαρές, η αλήθεια να λέγεται. Κυρίως λόγω του πανέξυπνου Σαμ Πρέστι, που βγάζει λαγούς από το καπέλο όσον αφορά το ντραφτ και νέους παίχτες. Ντουράντ, Ουέστμπρουκ, Χάρντεν, Ιμπάκα, Τζεφ Γκριν είναι ίσως ο καλύτερος νεανικός κορμός, που έχει δει η λίγκα τα τελευταία 25 χρόνια. Χωρίς αποτέλεσμα, πάντως. ‘Ενας τελικός, χαμένος και τέλος.
Η μεγαλύτερη, σε κάθε περίπτωση, αποτυχία είναι ο διχασμός περί του τι είναι η ομάδα της Οκλαχόμα, συνεχιστής ή κλέφτης των αγαπημένων Σόνικς.
ΥΓ1 Το όνομα Θηριώδης Αργοκίνητος Σέντερ το έδωσα στο προφίλ στο Facebook, έχοντας έναν παίχτη στο μυαλό μου. Πολλοί ρωτούν αν είναι ο Σαμπόνις, ο Τσατσένκο ή κάποιος άλλος σέντερ της παιδικής μου ηλικίας.
Το όνομα αφιερώνεται στον αγαπημένο μου Σαμ Πέρκινς, έναν παίχτη που ούτε πανύψηλος ήταν (2.06μ), ούτε απολύτως αργοκίνητος. Στο Σηάτλ έφτασε στα 30+, ήταν μαχητικός και είχε εξαιρετικό σουτ για ψηλός. Τότε οι ψηλοί δε σούταραν ούτε για αστείο. Αυτός, όμως, ήταν κάτι διαφορετικό. Κι αυτό με έκανε να τον αγαπήσω, αν και είχε αρκετά αντιτουριστικό στυλ, κυρίως σε σχέση με τα “πετούμενα” Πέιτον και Κεμπ.
ΥΓ2 Το σύγχρονο ΝΒΑ, όσο κι αν μελαγχολώ εγώ με τους Σόνικς, μπαίνει στην τελική ευθεία της κανονικής περιόδου. Το ταλέντο είναι άφθονο, κάθε μέρα ανοίγεις τα στατιστικά και εκπλήσσεσαι από διαφορετικούς παίχτες. Για την κατάσταση στο ΝΒΑ σήμερα και τι μας επιφυλάσσει το μέλλον, μιλήσαμε με εκλεκτή παρέα.