
Λόγω της πολυετούς γνωριμίας μου με τον Δημήτρη Ιτούδη είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι το μεγαλύτερο όνειρο που είχε στην καριέρα του ήταν να βρεθεί στο «τιμόνι» της Εθνικής ομάδας. Δεν ήταν μόνο στόχος, αλλά πόθος, επιθυμία! Και βέβαια δεν είναι η πρώτη φορά που το όνομά του συζητήθηκε για να αναλάβει την «επίσημη αγαπημένη».
Οι παλαιότεροι γνωρίζουν ότι ο Δημήτρης Ιτούδης για πρώτη φορά βρέθηκε να συζητά για την Εθνική ομάδα όταν ακόμα ήταν συνεργάτης του Zeljko Obradovic στον Παναθηναϊκό. Η δεύτερη ήταν πριν τελικά προχωρήσει η Ομοσπονδία με τον Rick Pitino και, μάλιστα, τότε είχε γίνει λόγος για κάπως «άκομψη» συμπεριφορά απέναντί του. Όμως το πεπρωμένο φυγείν αδύνατο…
Ο Βαγγέλης Λιόλιος, από την πρώτη στιγμή είχε επιλέξει τον Δημήτρη Ιτούδη για τη θέση του Ομοσπονδιακού προπονητή. Αν και γνώριζε ότι η περίπτωση δεν ήταν εύκολη. Η επιθυμία του Έλληνα κόουτς ήταν δεδομένη και σίγουρα διευκόλυνε την κατάσταση, όχι καταλυτικά όμως. Θα έπρεπε να ξεπεραστεί το μεγάλο εμπόδιο, αυτό της CSKA που δεν είναι εύκολος Οργανισμός για να συνομιλήσεις. Απαιτούνται λεπτοί χειρισμοί και ξεκάθαρες εξηγήσεις, αλλά κυρίως συναίσθηση με ποιους θα βρεθείς στο ίδιο τραπέζι. Οι Ρώσοι δεν είναι και τόσο εύκολοι και κυρίως αν από την πρώτη στιγμή «στραβώσει» κάτι δεν ισιώνει μετά με τίποτα.
Κι εδώ ακριβώς είναι το σημείο κλειδί: Ο τρόπος με τον οποίο προσέγγισε την κατάσταση ο πρόεδρος της ΕΟΚ, Βαγγέλης Λιόλιος. Πολύ δε περισσότερο όταν κατάλαβαν οι Ρώσοι ότι ο σεβασμός του δεν ήταν για την περίσταση αλλά ειλικρινής. Και παράλληλα όταν ο Vatutin συνειδητοποίησε ότι το πλάνο για την Εθνική ομάδα είναι τόσο μεγάλο που θα χρειαστεί να το υπηρετήσει ο καλύτερος προπονητής.
Και ότι σε τελική ανάλυση θα ήταν καλό για την Εθνική, για τον Ιτούδη αλλά και για την CSKA να υπάρξει αυτή η συμφωνία. Αν διαβάσετε τις δηλώσεις του Andrey Vatutin θα καταλάβετε. Όπως επίσης και πόσο σημαντικά στοιχεία ήταν κατά πρώτο λόγο η επιθυμία του Δημήτρη Ιτούδη και κατά δεύτερο ο ΣΕΒΑΣΜΟΣ που έδειξε ο ίδιος ο Έλληνας κόουτς στην CSKA καθώς έμεινε στη Μόσχα, στήριξε την ομάδα και σεβάστηκε τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάστηκε για οχτώ χρόνια και θα συνεχίσει να συνεργάζεται.
Απλά είναι τα πράγματα, εν κατακλείδι: Η Εθνική ομάδα πρέπει να έχει και ΘΑ ΕΧΕΙ τους καλύτερους.